λιθοβόλοι

λιθοβόλοι
λιθοβόλος
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ТОРМЕНТА —    • Tormenta          (от torquere),        1. орудия пытки: Eculeus, fidiculae застеночный хомут и laminae накаленные жестяные листы. Во время Республики пыткам подвергали только рабов в качестве свидетелей в суде, т. к. полагали, что… …   Реальный словарь классических древностей

  • πολιορκητικός — ή, ό / πολιορκητικός, ή, όν, ΝΜΑ [πολιορκώ] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην πολιορκία («ταῖς πολιορκητικαῑς ἐπινοίαις καὶ βίαις χρησάμενοι», Πολ.) 2. αυτός που χρησιμεύει για τη διεξαγωγή πολιορκίας («πολιορκητικές μηχανές» μηχανικές… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”